Παναγιώτη Μιχελή, Αισθητικά Θεωρήματα
Τόμοι 3, Ίδρυμα Παναγιώτη κι Έφης Μιχελή, 1989
Φειδίας, Ιλισός ή Κηφισός ( 435 - 432 π.Χ. περίπου )
Τόμοι 3, Ίδρυμα Παναγιώτη κι Έφης Μιχελή, 1989
Κατά τι διαφέρουν οι μορφές της τέχνης από εκείνες που μιμείται ;
Η ζωγραφική μιμείται κυρίως, όταν παρουσιάζει προσωπογραφίες. Κι όμως η δόξα της δεν έγκειται στο ότι το έργο της μοιάζει απαράλλακτα με το πρωτότυπο, ώστε ν’ αναγνωρίζεται από τους λίγους ανθρώπους που το γνωρίζουν. Αυτό μάλιστα θάταν καλύτερα να το αποφύγει, αν θέλει να φύγει από την αντιγραφή, που είναι έργο της φωτογραφικής μηχανής. Η τέχνη, όταν μιμείται, θέλει να παραστήσει ό,τι όλους θα συγκινήσει. Προς τούτο περιγράφει τον άνθρωπο ως είδος και ως γένος, αποτυπώνει δηλαδή τις αναλογίες των μερών του προς άλληλα και προς το όλο. Επιπλέον αποδίδει τον χαρακτήρα του, τονίζει δηλαδή ό,τι έχει ιδιαίτερο, για ν’ αναδείξει την ατομικότητά του. Στην ανάγκη διαστρέφει τις πραγματικές του αναλογίες, προκειμένου ν’ αναδείξει και την πνευματική υπόσταση του πρωτοτύπου της, ώστε να το καταστήσει πρότυπο αμίμητο.
Η ζωγραφική μιμείται κυρίως, όταν παρουσιάζει προσωπογραφίες. Κι όμως η δόξα της δεν έγκειται στο ότι το έργο της μοιάζει απαράλλακτα με το πρωτότυπο, ώστε ν’ αναγνωρίζεται από τους λίγους ανθρώπους που το γνωρίζουν. Αυτό μάλιστα θάταν καλύτερα να το αποφύγει, αν θέλει να φύγει από την αντιγραφή, που είναι έργο της φωτογραφικής μηχανής. Η τέχνη, όταν μιμείται, θέλει να παραστήσει ό,τι όλους θα συγκινήσει. Προς τούτο περιγράφει τον άνθρωπο ως είδος και ως γένος, αποτυπώνει δηλαδή τις αναλογίες των μερών του προς άλληλα και προς το όλο. Επιπλέον αποδίδει τον χαρακτήρα του, τονίζει δηλαδή ό,τι έχει ιδιαίτερο, για ν’ αναδείξει την ατομικότητά του. Στην ανάγκη διαστρέφει τις πραγματικές του αναλογίες, προκειμένου ν’ αναδείξει και την πνευματική υπόσταση του πρωτοτύπου της, ώστε να το καταστήσει πρότυπο αμίμητο.
Η τέχνη λοιπόν ασκεί μια πνευματική αφαίρεση επί του αντικειμένου που μιμείται, και μας παρουσιάζει την ιδέα του. Γι’ αυτό, ενώ μας παρέχει από το φυσικό της πρότυπο μια εικόνα, χίλιες του όψεις και παραλλαγές μπορούν να ζωντανέψουν στην φαντασία του θεατού. Πραγματικά. Ο θεατής κατά την θεώρηση της τεχνητής αυτής νεκρής μορφής της τέχνης αντιλαμβάνεται μια υπόσταση ζωντανή, και συγχρόνως ιδανική. Ζει την ιδέα της.
Πεντελικό μάρμαρο
Ύψος : 84 εκ., Μήκος : 1.91 μ.
Από το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα
Βρετανικό Μουσείο, Φυτράκης 1970
Τα “ ελγίνεια μάρμαρα ” που απέσπασε από την Ακρόπολη και συγκέντρωσε ο λόρδος Έλγιν από το 1799 ως το 1801, μπήκαν στο Βρετανικό Μουσείο μόλις το 1816. Αντιπροσωπεύουν ένα ουσιαστικό μέρος των γλυπτών που στόλιζαν τον Παρθενώνα : δεκαπέντε μετόπες της νότιας πλευράς που ξέφυγαν από το σφυροκόπημα των χριστιανών και τη διάβρωση, καθώς ήταν λιγότερο εκτεθειμένες. Πενήντα έξη πλάκες από τη συνεχή ζωοφόρο που περιέβαλε τον σηκό ( περίπου 75μ. από τα αρχικά 153 ) και που κονιορτοποιήθηκε κατά μεγάλο μέρος με την έκρηξη του 1687. Τέλος, δώδεκα γλυπτά του αετώματος. Δηλαδή, περίπου, ότι είχε διατηρηθεί, αν εξαιρέσουμε το σύμπλεγμα του “ Κέκροπα με την κόρη του Πάνδροσο ” που βρίσκεται ακόμα στη θέση του, στο δυτικό αέτωμα του ναού.
Ο υποτιθέμενος αυτός Κηφισός ή Ιλισός, κατείχε την ακραία αριστερή γωνία του δυτικού αετώματος, και παριστάνει έναν ξαπλωμένο ήρωα. Το Απόλυτο Κάλλος, στην ιδανική του μορφή, εκφράζεται στον ελεύθερο νατουραλισμό της στάσης. Αν και πλασμένη για να βλέπεται μετωπικά, η μορφή αυτή, με την φυσική, χαλαρή της στάση, κατέχει αληθινά τον τρισδιάστατο χώρο και “ βλέπεται ” απ’ όλες τις πλευρές.
Βρετανικό Μουσείο, Φυτράκης 1970
Η τέχνη είναι μάλιστα υποχρεωμένη να προκαλέσει στη φαντασία μας τη δυνατότητα των άπειρων αυτών μεταμορφώσεων μέσα από μια μορφή που παρουσιάζει, διότι στη φύση και τ’ ακίνητα ακόμη πλάσματα, όπως ένα βουνό, υφίστανται κάθε στιγμή στην ατμόσφαιρα μεταλλαγές σκιάς, χρωμάτων και φωτός, τις οποίες δεν μπορεί ν’ αγνοήσει η τέχνη, όσο κι αν διαλέξει μια για να μιμηθεί το κάθε τι.
Η ζωή πάλλεται συνεχώς κι αναγεννάται στον χρόνο μέσα. Το δέντρο ταλαντεύεται στον άνεμο, οι φωτοσκιές στη φυλλωσιά του αναβοσβήνουν και μ’ ένα λόγο, το δέντρο αυτό, πέρα από μια στιγμή, που θα το κοιτούσαμε ξαφνικά, δεν είναι ποτέ ίδιο. Η τέχνη όμως το φανερώνει αμετάβλητο. Παρουσιάζει δηλαδή μια μορφή νεκρή αντί μιας ζωντανής, που συνεχώς μεταμορφώνεται. Αλλά, όπως είπαμε, ενώ έτσι φαίνεται να καταργεί τη ζωή του αντικειμένου, απεναντίας προσφέρει στη φαντασία μας τη δυνατότητα ν’ αναπλάσει όλες τις μεταβολές της ζωής του, διότι μας φανερώνει τη γόνιμη στιγμή της παρουσίας του κι έτσι προβάλλει ως πλάσμα ιδεατό. Και κάθε ιδανικό πρότυπο, όσο κι αν στη ζωή μεταμορφώνεται, ως ιδέα παραμένει το ίδιο. Άλλωστε κι από τα έργα της μουσικής, της όρχησης και της ποίησης δεν θ’ απέμενε εντύπωση καμία, αν, μέσα από τις μεταμορφώσεις των εικόνων τους, δεν απέδιδαν κάτι σταθερό κι αμετάβλητο, την ιδέα του έργου τους.
Η ζωή πάλλεται συνεχώς κι αναγεννάται στον χρόνο μέσα. Το δέντρο ταλαντεύεται στον άνεμο, οι φωτοσκιές στη φυλλωσιά του αναβοσβήνουν και μ’ ένα λόγο, το δέντρο αυτό, πέρα από μια στιγμή, που θα το κοιτούσαμε ξαφνικά, δεν είναι ποτέ ίδιο. Η τέχνη όμως το φανερώνει αμετάβλητο. Παρουσιάζει δηλαδή μια μορφή νεκρή αντί μιας ζωντανής, που συνεχώς μεταμορφώνεται. Αλλά, όπως είπαμε, ενώ έτσι φαίνεται να καταργεί τη ζωή του αντικειμένου, απεναντίας προσφέρει στη φαντασία μας τη δυνατότητα ν’ αναπλάσει όλες τις μεταβολές της ζωής του, διότι μας φανερώνει τη γόνιμη στιγμή της παρουσίας του κι έτσι προβάλλει ως πλάσμα ιδεατό. Και κάθε ιδανικό πρότυπο, όσο κι αν στη ζωή μεταμορφώνεται, ως ιδέα παραμένει το ίδιο. Άλλωστε κι από τα έργα της μουσικής, της όρχησης και της ποίησης δεν θ’ απέμενε εντύπωση καμία, αν, μέσα από τις μεταμορφώσεις των εικόνων τους, δεν απέδιδαν κάτι σταθερό κι αμετάβλητο, την ιδέα του έργου τους.
Π. Α. Μιχελής, " Η Αρχιτεκτονική ως τέχνη "
Αθήναι 1979
Για ν’ αποδώσει όμως ο τεχνίτης την ιδέα ενός αντικειμένου, δεν αρκεί να περιοριστεί σ’ αυτό. Πως θα εμβαθύνει ο ζωγράφος στο πνεύμα μιας προσωπικότητας, αν δεν διακρίνει κατά τι διαφέρει από τους άλλους ανθρώπους, και πως θα εμβαθύνει στην ανθρώπινη υπόσταση, αν δεν αντιληφθεί την υπεροχή της από τα ζώα και τα φυτά ; Τι παριστάνει ένα λουλούδι, εάν δεν το αισθανθεί κανείς ότι ζει ακίνητο πάνω στο κλαρί, ότι ανοίγει για να πιει το φως και τη δροσιά και ότι μαραίνεται για να ρίξει τον σπόρο ; Βέβαια ο ζωγράφος δεν χρειάζεται να κάνει τους συλλογισμούς αυτούς για να ζωγραφίσει κάτι, αλλά τους κάνει ασυναίσθητα, όταν αισθάνεται το νόημα του έργου του. Και γι’ αυτό, όταν ξεχωρίζει κάτι για να το ζωγραφίσει, δεν το αποχωρίζει ούτε από το φυσικό περιβάλλον του, ούτε από το διανοητικό. Αντιστρόφως του δίνει ένα φόντο και το κοιτά μέσα από ένα πλαίσιο κατάλληλο, ώστε να το αναδείξει. Αναγεννά στον πίνακά του την ατμόσφαιρα όλη, που είναι απαραίτητη για να ζήσει το άνθος κι έτσι από το μέρος μας κινεί προς το καθόλου.
Έτσι η τέχνη δεν διαστρέφει το πλάσμα που μιμείται, αλλά του δίνει τη χαρακτηριστική στροφή, ώστε ν’ ατενίσει τον κόσμο, το ανεβάζει στο επίπεδο της ιδέας του, συγχρόνως Δε το ξεχωρίζει για να το συνδέσει με ερωτικό δεσμό προς τα πάντα, που αποτελούν το περιβάλλον του. Τότε γίνεται κέντρο του περιβάλλοντός του και μέτρο του ίδιου του ανθρώπου που το δημιούργησε. Η τέχνη λοιπόν ανευρίσκει μέσα από το περιορισμένο αντικείμενο τα διανοητικά νήματα, που συνδέουν αυτό με το καθόλου, και τ’ άλλα όλα προς αυτό δι’ εκείνου, και ζει, για μια στιγμή μέσα από μια μορφή, τον ρυθμό, την αρμονία και το μέτρο, που κατέχουν τα πάντα σε σύμπνοια με τη φύση. Επομένως οικονομεί μέσα στο έργο της, έναν περιορισμένο τόπο και χρόνο, ό,τι σε κάθε τόπο και χρόνο κατέχει την δημιουργία.
Πηγές στοιχείων : Παναγιώτης Α. Μιχελής, " Η Αρχιτεκτονική ως τέχνη ", Αθήναι 1979, καθώς και το βιβλίο που ήδη αναφέρθηκε.
Έτσι η τέχνη δεν διαστρέφει το πλάσμα που μιμείται, αλλά του δίνει τη χαρακτηριστική στροφή, ώστε ν’ ατενίσει τον κόσμο, το ανεβάζει στο επίπεδο της ιδέας του, συγχρόνως Δε το ξεχωρίζει για να το συνδέσει με ερωτικό δεσμό προς τα πάντα, που αποτελούν το περιβάλλον του. Τότε γίνεται κέντρο του περιβάλλοντός του και μέτρο του ίδιου του ανθρώπου που το δημιούργησε. Η τέχνη λοιπόν ανευρίσκει μέσα από το περιορισμένο αντικείμενο τα διανοητικά νήματα, που συνδέουν αυτό με το καθόλου, και τ’ άλλα όλα προς αυτό δι’ εκείνου, και ζει, για μια στιγμή μέσα από μια μορφή, τον ρυθμό, την αρμονία και το μέτρο, που κατέχουν τα πάντα σε σύμπνοια με τη φύση. Επομένως οικονομεί μέσα στο έργο της, έναν περιορισμένο τόπο και χρόνο, ό,τι σε κάθε τόπο και χρόνο κατέχει την δημιουργία.
Πηγές στοιχείων : Παναγιώτης Α. Μιχελής, " Η Αρχιτεκτονική ως τέχνη ", Αθήναι 1979, καθώς και το βιβλίο που ήδη αναφέρθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου